ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΕΝΤΗ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ

ΒΡΑΒΕΥΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗ

‘ΕΠΙΛΟΓΟΣ’ 

Διάβασα τυχαία πριν λίγες μέρες σε σημείωμα του φίλου θεατρικού συγγραφέα, Ανδρέα Φλουράκη, να αναφέρει πως έγραψε το πρώτο του θεατρικό έργο για το θέατρο ΣΤΟΑ, ερήμην του θεάτρου ΣΤΟΑ. Το ίδιο συνέβη και με εμένα. Το ίδιο συνέβη σίγουρα και με άλλους που αποφάσισαν να γράψουν θέατρο, γιατί το Θέατρο ΣΤΟΑ είναι εδώ και δεκαετίες αναφορά και έμπνευση. Έγραψα το έργο που έμελλε να με χρήσει θεατρικό συγγραφέα, για το θέατρο ΣΤΟΑ, για τον Θανάση Παπαγεωργίου και τη Λήδα Πρωτοψάλτη, ερήμην τους.

Ο Θανάσης Παπαγεωργίου επέλεξε την «Άννα» μου, για το ρεπερτόριο του θεάτρου ΣΤΟΑ και μου χάρισε το δρόμο που με οδήγησε στο να μιλώ τώρα μπροστά σας με την ιδιότητα του θεατρικού συγγραφέα.

Αν η επιλογή της ζωής σου είναι το Θέατρο, με όποια ιδιότητα κι αν αποφασίσεις να το υπηρετήσεις, το να συναντήσεις στο δρόμο σου τον Θανάση Παπαγεωργίου είναι μεγάλη τύχη. Κι αν είσαι έτοιμος και ανοιχτός να καταλάβεις την ουσία και τη βαθύτερη σημασία της θεατρικής πράξης, τότε αντιλαμβάνεσαι τη μεγάλη εύνοια που σου χάρισε η τύχη σου.

Δίπλα του, όταν σε σκηνοθετεί, μαθαίνεις να βαδίζεις με την ιερή ανασφάλεια της καλλιτεχνικής δημιουργίας του ηθοποιού.

Μαθαίνεις τη διαδικασία του να καταθέτεις κάθε βράδυ επί σκηνής την αλήθεια του ήρωα που υποδύεσαι, χωρίς την μίμηση ή την επανάληψη της προηγούμενης παράστασης, της προηγούμενης βραδιάς. Μαθαίνεις πως ο ρόλος έχει ανάγκη τα γνήσια αισθήματά σου και όχι το φθηνό συναίσθημα. Μαθαίνεις να βιώνεις και να καταθέτεις επί σκηνής τις σκέψεις που οδηγούν τις πράξεις των θεατρικών ηρώων που θα αναμετρηθείς μαζί τους.

 

Παραστάσεις στο θέατρο ΣΤΟΑ έβλεπα συνεχώς, όπως και στο Θέατρο Τέχνης. Πού αλλού είχα να στραφώ για το καινούριο, για το διαφορετικό και το σπουδαίο – μιλώ για τη δική μου εποχή, αφού σήμερα οι καινοτόμοι και ριζοσπάστες θεατρικά, ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια. Συμπληρώνοντας εδώ πως ενίοτε τα μανιτάρια είναι και δηλητηριώδη.

Αναπάντεχα λοιπόν, με αφορμή την «Άννα» μου, πριν ακόμα παρουσιαστεί από τη σκηνή του θεάτρου ΣΤΟΑ, συναντώ τον Θανάση Παπαγεωργίου. Δουλεύω δίπλα του σαν ηθοποιός στο ‘Παραμύθι χωρίς όνομα’ του Ιάκωβου Καμπανέλλη, και αλλάζουν όλα. Συνειδητοποιώ πως για πρώτη φορά δεν μου ζητείται, να παριστάνω πως είμαι, αλλά να είμαι! Ο ρόλος που υπηρετώ.

Αυτά σαν ηθοποιός.

Το Θέατρο ΣΤΟΑ και ο δημιουργός του, ο Θανάσης Παπαγεωργίου, είναι εδώ και πάρα πολλά χρόνια, για τους Έλληνες θεατρικούς συγγραφείς, αυτό που όφειλε να είναι το Εθνικό Θέατρο, το ΚΘΒΕ, και η Πολιτεία, με το Υπουργείο Πολιτισμού της. Αν αναζητήσετε τη φιλοξενία του Νεοελληνικού έργου στις μεγάλες κρατικές σκηνές μας, πλην ελαχίστων Καλλιτεχνικών Διοικήσεων, η πόρτα άνοιγε μόνο για τις μικρές, ή τις νέες, ή τις πειραματικές σκηνές.

Δεν γίνεται να αγνοήσω το Θέατρο Τέχνης και τον Κάρολο Κουν που χρονολογικά πρωτοπόρησε στη στήριξη και την ανάδειξη του Ελληνικού θεατρικού έργου, αφού ουσιαστικά, το Τέχνης και η ΣΤΟΑ, ήταν τα δυο θέατρα που είχαν την πόρτα και τη σκηνή τους ανοιχτή και φιλόξενη ώστε να αναδειχτεί η Ελληνική θεατρική γραφή. Το Νεοελληνικό Θεατρικό έργο.

Δεν αγνοώ και κάποιες άλλες θεατρικές σκηνές που ανέβασαν κατά καιρούς και Έλληνες θεατρικούς συγγραφείς, αλλά το Νέο Ελληνικό Θεατρικό Έργο δεν θα υπήρχε αν δεν το στήριζαν ο Κάρολος Κουν και ο Θανάσης Παπαγεωργίου, για πολλά χρόνια και σε παράλληλη διαδρομή.

Στα 45 χρόνια λειτουργίας του Θεάτρου ΣΤΟΑ, ο Θανάσης Παπαγεωργίου μας σύστησε, ανάμεσα στους συγγραφείς που παρουσίασε, τον Γιώργο Διαλεγμένο, την Κωνσταντίνα Βέργου, τον Μπάμπη Τσικληρόπουλο. Δεν θα τους αναφέρω όλους, αλλά θέλω να σταθώ στον Μάριο Ποντίκα, έναν θεατρικό συγγραφέα από τους καλύτερούς μας και που το μεγαλύτερο μέρος του έργου του παρουσιάστηκε από τον Θανάση Παπαγεωργίου.

Ο Θανάσης Παπαγεωργίου, ανέδειξε μέσα σε δύσκολες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες το θεατρικό κείμενο που αφορούσε ουσιαστικά τον Έλληνα θεατή, σαν Έλληνα πολίτη. Η μετεμφυλιακή περίοδος μας χάρισε και διχασμούς και χούντα και πολλές εκδοχές δημοκρατικής διακυβέρνησης. Μας χάρισε, σε όσους αποφάσιζαν να γράψουν θέατρο με αλήθειες, πολλά και δυνατά θέματα. Πολλά από αυτά τα θέματα φωτίστηκαν πάνω στο θεατρικό σανίδι της ΣΤΟΑΣ, παίρνοντας το ρίσκο της παρουσίασής τους, ο Θανάσης Παπαγεωργίου με συνοδοιπόρους τη Λήδα Πρωτοψάλτη και τους συνεργάτες τους. Σαν θεατής της δουλειάς τους, ένιωθα πως η επιλογή γινόταν πάντα με προϋπόθεση να δούμε όσοι θα την παρακολουθούσαμε το πρόσωπό μας στον καθρέφτη, με όλα τα σημάδια που χάραζε σ’ αυτό η πραγματικότητα που βιώναμε. Πιστεύω με σιγουριά πως αυτή είναι και η ουσιαστική αποστολή του θεάτρου.

Μεγάλωσα με τη γνωστή σε όλους μας επωδό πως ο Έλληνας θέλει να γελάσει. Δεν θα σχολιάσω περισσότερο αυτή την επιθυμία που χρεώνεται στον Έλληνα, γιατί είναι φυτίλι για μεγάλη φωτιά. Πιστεύω απλά πως ο Έλληνας έχει ανάγκη να καταλάβει, να κατανοήσει, να νιώσει πως μπορεί να εμπιστευτεί τις αλήθειες και τα μυστικά, που ήταν και είναι υποχρεωμένος να κρύβει βαθιά και επιμελώς για να επιβιώσει. Στο Θέατρο ΣΤΟΑ, στο θέατρο που είναι συνυφασμένο με το έργο του Θανάση Παπαγεωργίου, ο Έλληνας θεατής είχε να ακούσει και να δει, αυτό που θα ένιωθε πως τιμά την ανθρώπινη υπόστασή του, αφού δεν θα υποτιμούσε ποτέ τη νοημοσύνη του.

Και για να περάσω στην προσωπική μου εμπειρία, της συνεργασία με τη ΣΤΟΑ, θέλω να καταθέσω πως ο τρόπος που ο Θανάσης Παπαγεωργίου δούλεψε πάνω στα έργα μου, μου φανέρωσε πολλά από τα μυστικά της θεατρικής γραφής. Κατανόησα δίπλα του, πως γράφω θέατρο δε σημαίνει οργανώνω στη σειρά διαλόγους. Οι ανθρώπινοι χαρακτήρες οι τυπωμένοι στο χαρτί πρέπει να είναι άνθρωποι αληθινοί. Πρέπει να έχουν, τολμώ να πω, τη νομική κάλυψη της υπόστασης και των πράξεών τους. Η δράση και οι πράξεις τους πρέπει να έχουν λόγο ύπαρξης, γιατί αυτός ο λόγος θα τους δώσει το διαβατήριο να παρασταθούν από σκηνής.

Μιλώντας για τον Θανάση Παπαγεωργίου και με την τύχη που είχα να συνεργαστώ για καιρό δίπλα του, θέλω να αναφερθώ σε μια ακόμα διαπίστωσή μου. Ο Θανάσης με ένα φυσικό και απλό τρόπο κατάφερνε να είναι πάντα καλλιτεχνικά μπροστά. Να ψάχνει και να καταθέτει το καινούριο, με τόλμη, που αρκετοί νεώτεροι, ακόμα και συνεργάτες του δεν είχαν. Ίσως αυτός να είναι και ο κύριος λόγος, που το θέατρο ΣΤΟΑ μετρά τόσα χρόνια ζωής, αντοχής και δημιουργίας.

Ο Παπαγεωργίου σαν σκηνοθέτης αναζητούσε πάντα την ανατροπή που θα του κατέθετες σαν συνεργάτης. Και σε ωθούσε μονίμως στα άκρα της προσωπικής σου δημιουργικότητας. Όσα χρόνια συνεργάστηκα μαζί του θαύμασα και ένα άλλο συστατικό του χαρακτήρα του. Την ευθύτητα. Όλα τα καλά και τα κακά και τα δύσκολα και τα υπό αμφισβήτηση, που αφορούσαν φυσικά τη δουλειά και την παράσταση, θα ήταν πάντα ολοφάνερα στο τραπέζι για να λυθούν, χωρίς διαχωρισμούς και ξεχωριστές συμπάθειες. Κι αυτή η στάση του, πιστέψτε με, είναι μεγάλο μάθημα για τη λειτουργία ενός χώρου που παράγει τέχνη.

Ζούμε σε μια χώρα – και λέγοντας χώρα, δεν εννοώ τη γεωγραφική έκταση της Ελλάδας – εννοώ τον μηχανισμό, που αγνοεί τους ανθρώπους που αναδεικνύουν τον πολιτισμό της, τις επιστήμες, τα γράμματα, και τις τέχνες. Έχει βέβαια το μοναδικό ταλέντο, ο μηχανισμός – χώρα, να υποκρίνεται πως είναι παρούσα ή παρών και αναγνωρίζει. Τίποτα δεν αναγνωρίζει, γιατί δεν θέλησε ποτέ να δει το παραμορφωμένο πρόσωπό του, από τα φτηνά φώτα της πλαστικής λάμψης. Γέρασα σ’ αυτή τη δουλειά και δεν είδα παρά ελάχιστες φορές να αναλαμβάνουν τα ηνία του πολιτισμού οι άνθρωποι που τον υπηρέτησαν επί της ουσίας. Είναι πολλοί αυτοί που μιλούν, με ζεστές φωνές και μαεστρία, για παιδεία και πολιτισμό, αγνοώντας παντελώς και την παιδεία και τον πολιτισμό. Αγνοώντας κατά βάθος το ήθος της παιδείας και του πολιτισμού. Ο Θανάσης Παπαγεωργίου θα έπρεπε εδώ και χρόνια να βρίσκεται, επί της ουσίας, το επαναλαμβάνω, επί της ουσίας!, στο τιμόνι κάποιου από τα μεγάλα καράβια του πολιτισμού σ’ αυτή τη χώρα. Δεν το ζήτησε. Δεν το επεδίωξε.

Δεν μου διαφεύγει πως είναι Πρόεδρος στο Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου… Γι’ αυτό και επανέλαβα το επί της ουσίας δύο φορές.

Μέσα από το θέατρο ΣΤΟΑ έπραξε και υπερασπίστηκε τον πολιτισμό του τόπου μας. Και όποτε του ζητήθηκε η συνδρομή και ο λόγος του, ήταν πάντα παρών, με τόλμη στο να φωτιστούν και όχι να κουκουλωθούν τα κακώς κείμενα.

Τα κακώς κείμενα, που αναδεικνύονται και στα ξεχωριστά πεζά κείμενά του, στον μικρό πολύτιμο τόμο με τον τίτλο «Εγκωμιάζοντας εγκλήματα». Ο Θανάσης Παπαγεωργίου έγραψε κι ο ίδιος θέατρο. Αλλά τα μικρά πεζά του κείμενα, που για μεγάλο διάστημα δημοσιεύονταν πρώτα στον ημερήσιο τύπο και στη συνέχεια εκδόθηκαν από τον Καστανιώτη, είναι διαρκώς τρομακτικά επίκαιρα. Προσωπικά τα θεωρώ σημαντικά όσο εκείνα του Φώτου Πολίτη γραμμένα πολλά χρόνια πίσω, αλλά που εκπέμπουν τον ίδιο θυμό απέναντι στο ψέμα και το δήθεν της «πολιτισμένης κοινωνικότητας» που καλύπτει και συγκαλύπτει το βρωμερό τοπίο των συναλλαγών, με τους συμβιβασμούς, τους υπολογισμούς και τα προσκυνήματα.

Όπως ο ίδιος αναφέρει στα μικρά πεζά κείμενά του, του χρέωναν και ίσως να του χρεώνουν ακόμα «θυμό». Όχι δεν είναι θυμός αυτό που καταθέτει για δεκαετίες μέσα από τη τέχνη και τη σκέψη του ο Θανάσης Παπαγεωργίου. Είναι η μανία της ενεργούς συμμετοχής. Είναι η πρόταση για τη διεκδίκηση της ανθρώπινης ύπαρξής μας, με αυτοσεβασμό και απαίτηση σεβασμού από τον άλλο. Από όποιον άλλο φιλοδοξεί να ονομάζεται άνθρωπος και συνάνθρωπος

Ο Θανάσης Παπαγεωργίου στάθηκε πάντα επικριτικός με την τέχνη του και με τη στάση του σαν πολίτης, απέναντι στη μιζέρια που μας επιβάλλεται να αποδεχτούμε. Συνεργαζόμενος μαζί του μαθαίνεις να είσαι γενναίος. Μαθαίνεις να έχεις πολιτική ευθύνη σε κάθε σου πράξη, και σε κάθε σου κίνηση.

Τον Ευχαριστώ.

Ευχαριστώ τον Πολιτιστικό και Εκδοτικό Οργανισμό «Επίλογο», για την τιμή και την ευκαιρία που μου έδωσε να μιλήσω δημόσια για ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα της ιστορίας του Ελληνικού Θεάτρου.

Ευχαριστώ όλους σας.