17 ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΡΕΙΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ, ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΣΤΟΑΣ

Η πρώτη μου επαφή με το θέατρο ΣΤΟΑ έγινε το 1980. Είχα μόλις τελειώσει τις σπουδές μου και οι ‘’Εσωτερικαί ειδήσεις’’ ήταν από τις πρώτες παραστάσεις που είδα κατεβαίνοντας στην Αθήνα. Πέρα από την παράσταση που με είχε ενθουσιάσει τότε, διατηρώ έντονη την εντύπωση του φουαγιέ με τα δεκάδες βιβλία και κυρίως θυμάμαι τη γκρότα του μπαρ επενδεδυμένη με θεατρικές αφίσες σουρεαλιστικής και κάπως μεταφυσικής διάθεσης που απέπνεαν όμως και μια αίσθηση μελαγχολίας. Αυτό το μπαρ, που δεν έχει αλλάξει από τότε, συνεχίζει να είναι για μένα ένα πολύ αγαπητό σημείο στο χώρο της ΣΤΟΑΣ. Αργότερα είδα και άλλες παραστάσεις, όπως το Δατς ωλ, την υπέροχη Φαύστα και κατόπιν το σκοτεινό Η γυναίκα του Λωτ, έργο στου οποίου την τηλεοπτική μεταφορά εργάστηκα κι εγώ κάποια χρόνια αργότερα.

Αφού εγκαταστάθηκα στην Αθήνα και βγήκα στην αγορά εργασίας, ο Θανάσης Παπαγεωργίου ήταν ένας από τους λίγους σκηνοθέτες που επεδίωξα να προσεγγίσω για μια γνωριμία με προοπτική συνεργασίας. Υποθέτω ότι από τότε η αύρα αυτού του θεάτρου είχε για μένα κάτι τι οικείο και άρα θελκτικό. Σαν νέα επαγγελματίας είχα πάρα πολύ άγχος σ’ εκείνη την πρώτη συνάντηση με αποτέλεσμα να έχω συγκεχυμένες αναμνήσεις από την κουβέντα που κάναμε, θυμάμαι όμως το χαμηλοτάβανο κυπαρισσί γραφείο που είχε και αυτό μια θερμή αίσθηση φωλιάς. Όπως και να έχει αυτή η συνάντηση δεν απέδωσε κάτι άμεσα παρά μόνο 2 χρόνια αργότερα, όταν η επαφή ανανεώθηκε μέσω άλλων συνεργατών. Έτσι ξεκίνησε μια συνεργασία που έχει συμπληρώσει 17 χρόνια μέσα στα οποία έχουμε κάνει μαζί 22 παραγωγές.

Η πρώτη μου ανάθεση, το 1989, ήταν να κάνω τις μάσκες των ζώων για την επιθεώρηση 89,90 FM stereo που είχε γράψει ο Θανάσης Παπαγεωργίου. Αυτά τα ζώα, γαϊδούρι, γουρούνι, αγελάδα, πρόβατο αντιπροσώπευαν τους Έλληνες ψηφοφόρους που εκστασιάζονταν ομαδικά στα πόδια του πολιτευτή-μεσσία.

[…]Βρέθηκα στη ΣTOA, νέα επαγγελματίας, και κοντά στους ανθρώπους της ωρίμασα και έμαθα πολλά. Στην επαγγελματική μου ζωή θεωρώ ότι είχα την τύχη να συναντήσω δύο ανθρώπους – κλειδιά που μου άνοιξαν πόρτες κατανόησης για το θέατρο και με πήγαν παραπέρα. Η μία ήταν η Τώνια Μαρκετάκη και ο άλλος είναι ο Θανάσης Παπαγεωργίου. Οι άνθρωποι αυτοί με το πάθος τους, την προσωπική και βαθιά τους εμπλοκή με το θέατρο, την όλη στάση τους απέναντι στην τέχνη με έβαλαν σε νέους δρόμους. Με οδήγησαν ώστε να αρχίσω να ανακαλύπτω πράγματα για την ανθρώπινη κατάσταση, αλλά και πράγματα σε σχέση με τον εαυτό μου: να αναγνωρίζω δηλαδή τι φέρω εγώ και να βρίσκω τους τρόπους να το διοχετεύω στην δουλειά μου. Εκπαιδεύτηκα στο να διαβάζω τα κείμενα αναζητώντας πολλαπλά επίπεδα, πολλές οπτικές γωνίες, διαφορετικές ερμηνείες και προσεγγίσεις, έτσι ώστε το υλικό από το οποίο τελικά θα κάνουμε τις επιλογές μας να είναι όσο το δυνατόν πιο πλούσιο και ενδιαφέρον. Ιδίως στις πρώτες μας συνεργασίες θυμάμαι ότι ο Θανάσης Παπαγεωργίου στην αρχή δεν μου έδινε καμία συντεταγμένη. Μου έλεγε: «ξεκίνα, κάνε όσο περισσότερες εκδοχές σκηνικού μπορείς, βγάλε όσα περισσότερα μπορείς από μέσα σου και μετά θα δούμε τι θα επιλέξουμε». Πάντα με έσπρωχνε να ψάχνω, ενώ παράλληλα μου παρείχε τη σιγουριά της εμπειρίας και της αισθητικής του. Τώρα πια μετά από τόσα χρόνια συνεργασίας έχουμε μάθει αρκετά καλά τους κώδικές μας, έτσι ώστε η δουλειά να τρέχει πολύ πιο γρήγορα, εφόσον δεν απαιτείται ιδιαίτερη ενέργεια στο να εξηγούμε ακριβώς τι εννοούμε κάθε φορά. Σε κάποιες ευτυχείς περιπτώσεις οι ιδέες ανταλλάσσονται βήμα-βήμα, ο καθένας ενσωματώνει την ιδέα του άλλου και το πράγμα κυλάει σε μια αβίαστη ροή. Αυτό βέβαια προϋποθέτει τη σημαντική συνθήκη της εμπιστοσύνης, η οποία όταν έχει κατακτηθεί, εκτός από την ψυχική άνεση που μας προσφέρει, συχνά βοηθά να επιχειρούμε πράγματα πιο καινοτόμα και πειραματικά, ακριβώς επειδή δεν μας φρενάρει ο κίνδυνος της απόρριψης.

Από παιδί είχα αποφασίσει να ασχοληθώ με το θέατρο, αλλά όταν είναι κανείς πολύ νέος, λειτουργεί κυρίως η παρόρμηση και δεν καταλαβαίνει ακριβώς γιατί γοητεύεται τόσο πολύ από κάτι ή γιατί αυτό το κάτι μοιάζει τόσο σημαντικό. Το προφανές κομμάτι της θελκτικότητας του θεάτρου είναι ότι προσφέρει ποικίλες διαφυγές, ενώ συνάμα είναι και ένα είδος δημιουργικού παιχνιδιού. Τις άλλες βαθύτερες λειτουργίες του θεάτρου προσωπικά τις ανακάλυψα συν τω χρόνω και τις βίωσα κυρίως μέσα από τις συνεργασίες με τη ΣTOA. Σε αυτή τη διαδικασία συνάντησα πράγματα στον εαυτό μου που δεν είχα αντιληφθεί μέχρι τότε, αναγνώρισα πράγματα στους άλλους και είδα πώς λειτουργούν οι αλληλεπιδράσεις. Επίσης ξεκαθάρισα και στήριξα καλύτερα μια σειρά από πεποιθήσεις που ήδη είχα. Όπως μας αγγίζει ιδιαίτερα ένα βιβλίο που βάζει σε λέξεις και οργανώνει πράγματα που αναγνωρίζουμε ότι έχουμε ήδη μέσα μας – ίσως λίγο μπερδεμένα και λίγο χαώδη- και έρχεται να τα βάλει σε μια τάξη, έτσι λειτούργησε και για μένα η επαφή με τη ΣTOA και κυρίως με τον  Θανάση Παπαγεωργίου.

Το ζήτημα λοιπόν αυτό έχει δύο σκέλη: το ένα είναι το πώς αντιλαμβανόμαστε τη λειτουργία του θεάτρου και το άλλο είναι με ποιον τρόπο την υπηρετούμε καλύτερα. Ας δούμε πρώτα το δεύτερο σκέλος: με ποιον τρόπο την υπηρετούμε καλύτερα. Νομίζω ότι αυτό γίνεται με το να διαθέτουμε το καλύτερο κομμάτι του εαυτού μας στο θέατρο και ακριβώς μέσα από τη διαδικασία της θεατρικής δουλειάς να προκύπτει και η προσωπική μας εξέλιξη. Είναι σημαντικό να είμαστε ένα κανάλι διαθέσιμο, μέσα στο οποίο υπάρχουν τα δικά μας πράγματα, η προσωπικότητα του καλλιτέχνη, αλλά είναι συγχρόνως ανοικτό για να περνούν οι ιδέες και τα μηνύματα του κειμένου και του συγγραφέα. Αυτά τα δύο στην πορεία μετουσιώνονται και έτσι προκύπτει το έργο τέχνης. Όσο περισσότερο ειλικρινείς είμαστε και επιτρέπουμε στον εαυτό μας να εκφραστεί αληθινά, χωρίς άλλες σκοπιμότητες, τόσο περισσότερο ο θεατής το αντιλαμβάνεται Και αυτό τον κάνει με τη σειρά του ανοιχτό στο να προσλάβει, να χρησιμοποιήσει και εν τέλει να αξιοποιήσει όσο και όποιο κομμάτι μπορεί από αυτό που του προσφέρουμε, να το ενσωματώσει στα δικά του πράγματα και να το πάει παρακάτω. Αυτό είναι η θεατρική επικοινωνία.

Και τώρα ας έρθουμε στο άλλο σκέλος: πώς αντιλαμβανόμαστε τη λειτουργία του θεάτρου. Καθένας που μπαίνει σε αυτή τη δουλειά έχει τους λόγους του. Για κάποιον, το σημαντικό είναι τα χρήματα, για άλλους η δόξα και κάποιοι άλλοι θεωρούν σημαντικό το να βρουν την αλήθεια τους και να την εκφράσουν. Υποθέτω ότι αυτό εννοεί ο Θανάσης Παπαγεωργίου, όταν γράφει: «Κάνουμε θέατρο για την ψυχή μας». Σε αυτή τη δουλειά έχουμε το προνόμιο να μας δίνεται ένα βήμα. Επίσης το θέατρο, σαν τέχνη που είναι, διαθέτει ένα κομμάτι ανεξαρτησίας μοναδικό και υπό αυτήν την έννοια αυτό το βήμα γίνεται σχεδόν ιερό. Ο καθένας λοιπόν έχει την δυνατότητα, εφόσον το επιλέξει, να αποφασίζει ελεύθερα τι θέλει να πει, ποιες ιδέες να μοιραστεί, και ποια μηνύματα να επικοινωνήσει. Αυτό οπωσδήποτε αποτελεί και μια μεγάλη ευθύνη. Μην φανταστείτε ότι αυτά τα πράγματα συζητιούνται, όπως τα λέω, μέσα στη ΣTOA. Είναι η στάση των ανθρώπων απέναντι στο περιεχόμενο της δουλειάς τους που με οδήγησαν σε αυτά τα συμπεράσματα. Γιατί βέβαια το θέατρο που γίνεται στη ΣTOA είναι κατά βάση πολιτικό, με την έννοια ότι το κάνουν πολιτικοποιημένα άτομα, δηλαδή άτομα που αντιλαμβάνονται τη λειτουργία τους σαν ενεργά μέλη μιας κοινωνίας που πάσχει.

Όπως όλοι γνωρίζουμε ειδικά τα πρώτα χρόνια η ΣTOA ανδρώθηκε και άνθισε σε ένα περιβάλλον σημαντικών πρακτικών δυσκολιών, το οποίο όμως τελικά οδήγησε σε σοφούς δρόμους οικονομίας. Βεβαίως οι δυσκολίες καλλιεργούν την ευρηματικότητα, επίσης όμως τη λιτότητα και την αφαίρεση. Στοιχεία που αν χρησιμοποιηθούν σωστά οδηγούν πιο κοντά στην ουσία των πραγμάτων. Για παράδειγμα, όταν αναγκαζόμαστε να χρησιμοποιήσουμε δύο μόνο πράγματα για να περάσουμε ένα μήνυμα στο θεατή, μοιραία θα αναζητήσουμε αυτά που θεωρούμε πιο καίρια. Αυτό είναι ένα από τα σημαντικότερα μαθήματα που μπορεί να πάρει κανείς στην τέχνη. Η λιτότητα και η καθαρότητα εξάλλου αποτελούν το καλλιτεχνικό ύφος που τόσα χρόνια έχει καλλιεργήσει η ΣTOA. Η προσωπική μου μαθητεία ακριβώς σ’ αυτό το κομμάτι είναι κάτι που θεωρώ εξαιρετικά πολύτιμο στην εξέλιξη της δουλειάς μου και που τους το οφείλω.

Κάποιες φορές συναντώ συναδέλφους κουρασμένους από τις πρακτικές δυσκολίες του επαγγέλματος, απογοητευμένους από την προχειρότητα ή την σαχλαμάρα που συχνά αντιμετωπίζουμε, κάποιοι από αυτούς εγκαταλείπουν το θέατρο, κάποιοι ασχολούνται όλο και λιγότερο. Προσωπικά είχα λίγες στιγμές αμφιβολίας. Λίγες φορές αναρωτήθηκα για τις δυνατότητες του θεάτρου ή αν αξίζει τον κόπο να του αφιερωθεί κανείς. Πάντως, αυτές τις στιγμές, η πίστη των ανθρώπων της ΣTOAΣ μου έδινε θετική απάντηση. Η αφοσίωσή τους στο θέατρο, η επιμονή στη δουλειά, ο σεβασμός στον κόπο το δικό τους αλλά και των συνεργατών, η αξία εν τέλει που δίνουν σ’ αυτό που κάνουν, είναι ένα μάθημα ζωής. Και αυτό δεν το εννοώ με τρόπο αλαζονικό. Αντίθετα πιστεύω ότι το ιδεολογικό στοίχημα της ΣΤΟΑΣ είναι να έχει πίστη στη δύναμη του θεάτρου, να το χρησιμοποιεί όσο πιο αποτελεσματικά μπορεί, χωρίς όμως να πέφτει στην παγίδα του ναρκισσισμού. Δηλαδή να έχει τα αυτιά και τις κεραίες ανοιχτά επειδή ακριβώς ενδιαφέρεται να πιάνει τα μηνύματα του περίγυρου και της εποχής. Έτσι το θέατρο γίνεται και πάλι πράξη πολιτική.

Θεωρώ τον εαυτό μου εξαιρετικά τυχερό που βρίσκομαι στο θέατρο και διπλά τυχερό που συνοδοιπορώ με τους καθόλου «στωικούς» ανθρώπους της ΣΤΟΑΣ.

 

 

Ομιλία της Λέα Κούση*  στην διημερίδα που οργάνωσε το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου – Σχολή Καλών Τεχνών – Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, για να τιμήσει τα 36 χρόνια από τη δημιουργία του Θεάτρου ΣΤΟΑ.

Ναύπλιο 19 και 20 Μαΐου 2007

* Η Λέα Κούση είναι σκηνογράφος και ενδυματολόγος, βασικός – και τώρα πλέον μόνιμος – συνεργάτης της Στοάς.